Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2008

"ΚΑΡΝΕΣI" ΣΛΑΒΙΚΟ ΟΝΟΜΑ;

Οι Σλάβοι στην Πελοποννήσο(η’) Η «εποίκηση» των Σλάβων, δηλαδή η μόνιμη εγκατάσταση των Μιληγγών και Εζερών στις πλαγιές του Ταϋγέτου, του Ερυμάνθου και του Χελμού έγινε από την ίδια τη Βυζαντινή εξουσία κατά τα μέσα του 8ου αιώνα, στα χρόνια που αυτοκράτορας ήταν ο Κωνσταντίνος Ε’ ο επονομαζόμενος και Κοπρώνυμος. Ήταν η εποχή που η Πελοπόννησος είχε καταστραφεί από το λοιμό, πανούκλα και είχε ερημώσει. Η εγκατάσταση τους εδώ έγινε κατά το πρότυπο των Ακριτών στα Α. σύνορα της Αυτοκρατορίας. Τους εγκατάστησαν εδώ προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις πειρατικές επιδρομές που είχαν γίνει πληγή για την Πελοπόννησο. Έρχονται λοιπόν στην Πελοπόννησο με τα κοπάδια τους και τις οικογένειές τους, εγκαταστάθηκαν σαν σκηνίτες όπως οι Βλάχοι στα νεώτερα χρόνια. Ο τόπος είχε ερημώσει και υπήρχε πολύς ελεύθερος χώρος. Δεν χρειάστηκε να διώξουν χωρικούς για την εγκατάσταση αυτή. Οι Μίληγγες και Εζερίτες εγκαταστάθηκαν ανάμεσα στον ντόπιο πληθυσμό, με τον οποίο ήρθαν από την πρώτη στιγμή σε επαφή και γρήγορα θα αφομοιωθούν από τον υπάρχοντα από παλιότερα πληθυσμό. Οπωσδήποτε είχαν ένα είδος αυτονομίας. Πολλές φορές θα έρθουν σε σύγκρουση με τις βυζαντινές αρχές. Ο Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος γράφει για τις εξεγέρσεις των Σλάβων της Πελοποννήσου. και ο Κ. Παπαρρηγόπουλος συνεχίζει (σελ 66-67) Σλάβοι θα εγκατασταθούν και ρίζα του βουνού που χωρίζει τον Ερύμανθο από τα Αροάνια. Εκεί υπάρχει το Σοπoτό και στα ριζά χωριά με σλάβικα ονόματα Τσαρούχλι, Χόβολη, Μοστίτσι, Κόκοβα, Μαμαλούκια, Στρέζοβα, Καρνέσι και στο χώρο αυτό βρισκόταν και ο Αρχαίος Κλείτορας που υπήρχε με εντυπωσιακά ερείπια.Φυσικά και στους χώρους αυτούς θα έρθουν αργότερα και άλλοι ξένοι και θα εγκατασταθούν για να δώσουν και τα δικά τους ονόματα. Η Κερπίνη είναι Γοτθικής γλώσσας. Και όμως φυτεύτηκε στην περιοχή που υπήρχαν Σλάβοι.Το παραπάνω καρνέσι είναι αυτό των Καλαβρύτων αλλά η ονομασία με το δικό μας καρνέσι μπορεί να έχει την ίδια ρίζα

ΑΝΑΦΟΡΑ ΓΙΑ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΑΣ ΑΠΟ ΚΕΝΕΛΛΟ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ ΑΠΟ 1785

Ο ίδιος ο Κανέλλος Δεληγιάννης, στα απομνημονεύματά του, μας παρουσιάζει μια «μεγαλόπνοοη» εικόνα της εξαγοράς των χωριών της περιοχής μας. Έτσι λοιπόν μέσα από τα απομνημονεύματά του βρίσκουμε:
«….από την επανάστασιν των 1769 μέχρι των 1785 καταπιεζόμενοι οι Χριστιανοί πρότερον από τους Αλβανούς και έπειτα από τους εντοπίους Τούρκους πολυειδώς και πολυτρόπως και μη ευρίσκοντες ουδεμίαν υπεράσπισιν ή προστασίαν από κανένα δια την απαλλαγήν των δεινών τους, με το να τους εθεώρουν οι Τούρκοι με εχθρικόν όμμα ως αποστάτας, και μη δυνάμενοι να υποφέρουν τοσαύτα δεινά, δια να ελαφρυνθούν δε από τας κακώσεις και καταπιέσεις, απεφάσισαν και επώλησαν τας κωμοπόλεις και τα χωρία του άλλοι εις τας Σουλτάνας, άλλοι εις τα Τσαμία, άλλοι εις Βεζυράδες και μεγιστάνας της Κωνσταντινουπόλεως και ελάμβανον το δέκατον σχεδόν της αξίας των και εγίνοτο ιδιοκτησίαι τουρκικαί δια να προστατεύωνται.
Εις την επαρχίαν της Καρύταινας επωλήθηκαν τότε τα Λαγκάδια, το Βαλτεσίνικον, ή Γλόγοβα, το Αγρίδι, και του Καρνέσι, η Κερπινή η Κοντοβάζαινα, τα Βελιμάχια, Παραλαγγούς και Καρδαρίτσι. ........ Αλλά μετά το1790 λαβών ισχύν ο πατήρ μου Δεληγιάννης παρά τη Οθωμανική Κυβερνήσει απήλθε μετά του Σωτηράκη Λόντου και του Παπά Αλέξη βεκιλήδες του Μορέως εις την Κωνσταντινούπολιν και κατόρθωσε δια παντοίων μέσων και τα εξηγόρασεν όλα αυτά από τους κατόχους και κυρίους των και τα αντεκατέστησε πάλιν ιδιοκτησίας των κατοίκων Χριστιαννών με ολίγας ποσότητας χρημάτων, εκ των οποίων εδώκαμεν και ημείς εν μέρος ατόκως, και προς αμοιβήν και ευγνωμοσύνην μας χρεωστούν τινες έως σήμερον και δεν ευχαριστούνται να μας τα πληρώσουν…..». (Κ. Δεληγιάννη. Απομνημονεύματα. Τόμος Πρώτος. Σελ. 74 – 75).

Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου 2008

ΔΩΣΤΕ ΤΙΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΣΑΣ

Το χωριό μας έχει την τύχη να έχει δυο πολύ καλές εφημερίδες.
Με την ευκαιρία να συγχαρώ όλους τους συντελεστές αυτών των εφημερίδων. Όλοι καταλαβαίνουμε πόσο δύσκολο είναι να βγει στην κυκλοφορία ένα οποιοδήποτε έντυπο και η κυκλοφορία δυο εφημερίδων για το χωριό μας δείχνει ότι υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι που το αγαπούν υπερβολικά.
Υπάρχουν αρκετοί συχωριανοί μας που έχουν γράψει καταπληκτικά πράγματα μέσα σε αυτά τα έντυπα. Δυστυχώς όμως οι εφημερίδες δεν φτάνουν πάντα σε όλους και όταν φτάνουν αφού διαβαστούν μπαίνουν σε κάποιο συρτάρι. Έτσι πολλά από αυτά τα κείμενα ξεχνιούνται η χάνονται.
Πολλές φορές έχω κάνει προσπάθειες να μαζέψω αποκόμματα από αυτές τις εφημερίδες. Δυστυχώς είναι πολύ δύσκολο να ταξινομηθούν και να γραφούν σε ηλεκτρονική μορφή. Θα ήθελα να παρακαλέσω όσους έχουν γράψει τέτοια κείμενα, αν τα έχουν σε ηλεκτρονική μορφή, να τα στείλουν στο blog. Θα είναι καλό για όλους να ξαναδιαβαστούν και να μείνουν αναρτημένα και προσβάσημα για πάντα μέσα στον παγκόσμιο ιστό
Θα είναι ίσως ευκολότερο στο μέλλον όταν θα φτιαχτεί κάποιο βιβλίο για το χωριό μας να περαστούν σε αυτό

ΣΩΣΤΕ ΤΙΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Οι παλιοί σιγά σιγά φεύγουν δυστυχώς από κοντά μας και μαζί με αυτούς φεύγουν και οι ιστορίες τους. Ιστορίες για πρόσωπα και γεγονότα των κατοίκων του χωριού μας, ιστορίες τις περισσότερες φορές αστείες έως ξεκαρδιστικές.

Μικρός παρακολουθούσα τους μεγαλύτερους να τις διηγούνται. Το μονό που θυμάμαι ήταν ότι γελούσα πολύ, μα δυστυχώς δεν θυμάμαι πολλές τέτοιες ιστορίες. Στην πορεία θα προσπαθήσω να γράψω κάποιες όταν μου έρθουν στο μυαλό.

Παρακαλώ του μεγαλύτερους που θυμούνται καλύτερα από μένα να στείλουν τέτοιος ιστορίες. Παρακαλώ και τους μικρότερους που είναι καλύτερα εξοικειωμένοι με τους υπολογιστές να ρωτήσουν τους παππούδες η τους πατεράδες τους και να τις γράψουν

Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2008

Ο ΝΤΡΟΥΜΠΟΥΝΑΣ

Όλοι θυμόμαστε τον Μήτσο Χριστόπουλο, τον Ντρουμπουνα. Αποφάσισα να γράψω κάτι γι αυτόν, περιμένω και από σας κάποια από τις πολλές ιστορίες που σίγουρα θα έχετε και τον αφορούν.
Ο Μήτσος κατάγονταν από το χωριό Παος των Καλαβρύτων και ήρθε στο Πράσινο για να παντρευτεί την Ασιλάνα. Έμενε τότε στα καλύβια και οι τσακωμοί του με την Ασιλάνα αντηχούσαν σε όλον τον κάμπο. Ζούσαν σε ένα καλύβι μαζί με τα προβατά τους χωρίς πάτωμα. Μονό σε μια γωνία υπήρχαν κάποια παλιά ρούχα που τα χρησιμοποιούσαν για κρεβάτι. Μάλιστα επειδή το χώμα δεν ήταν επίπεδο το ¨κρεβάτι¨ είχε μια μικρή κλίση. Το παράξενο ήταν ότι αυτός κοιμόταν με το κεφάλι προς τα κάτω. Όταν τον ρώτησαν γιατί το κάνει αυτό, τους απάντησε ότι το κεφάλι πρέπει να είναι προς την ανατολή!!!
Όταν συνέβη το τραγικό περιστατικό και κάηκε το καλύβι τους και δυστυχώς μαζί με αυτό κάηκε και η γυναίκα του, ήρθε στο Πράσινο. Έμενε σε ένα παλιό σπίτι που είχε στο χωριό η Ασιλάνα, Τότε πήρε και κρεβάτι και μάλιστα διπλό στο οποίο δεν κοιμήθηκε ποτέ αφού θα το χρησιμοποιούσε «όταν ξαναπαντρευτώ» όπως είχε δηλώσει.
Από τότε γυρνούσε στο χωριό σαν την άδικη κατάρα, δεν πλένονταν ούτε έπλενε ποτέ τα ρούχα του. Αντί για ζώνη έδενε γύρω από το σκισμένο και βρόμικο παντελόνι του ένα σχοινί. Τα μαλλιά του σγουρά και φουντωτά έκαναν τεράστιο το ήδη μεγάλο κεφάλι του. Αν κάποιος δεν τον ήξερε και τον έβλεπε βράδυ μπορουσε να πεθάνει από τον φόβο του.
Δεν δημιουργούσε ποτέ προβλήματα ούτε πείραζε ποτέ κανέναν, όταν όμως τον πείραζαν έκανε τους πάντες να τρελαίνονται στα γέλια από τις ομολογουμένως ευρηματικές βρισιές του.
Τα παιδιά τον πείραζαν μονό και μονό για τα τον ακούνε να βρίζει και μπορούσε να βρίζει με τις ώρες αν ήταν σε μεγάλα κέφια. Μπορούσε να βρίζει όλο το βράδυ και να τον ακούει όλο το χωριό αν του πετούσες ένα χαλίκι στα κεραμίδια του σπιτιού του. Ήταν κλασική συνήθεια των παιδιών όταν ο Μήτσος κοιμόταν να πηγαίνουν σπίτι του και να του πετούν πέτρες στα κεραμίδια.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ μια μεγάλη παρασκευή βραδύ την ώρα της λειτουργίας ο Μήτσος είχε βγει για λίγο έξω από την εκκλησία για να κάνει την ανάγκη του (μπορούσε να την κάνει οποιαδήποτε στιγμή σε οποιοδήποτε σημείο), Καθώς γύριζε να μπει πάλι στην εκκλησία ένα παιδί του πέταξε ένα δυναμιτάκι. Τότε και ενώ είχε ήδη ανοίξει την πόρτα άρχισε να βρίζει δυνατά « θα γ… την μάνα σου» «της μάνας σου το ειδές» κλπ. Η λειτουργία διακόπηκε από τα γέλια των ανθρώπων που ήταν μέσα
Ήταν μια μοναδική, εμβληματική θα έλεγα φιγούρα για το χωρίο μας θα μείνει αξέχαστος από όλους. Υπάρχουν πάρα πολλές ιστορίες γι αυτόν και ίσως να επανέλθω κάποια στιγμή , δεν θα ήθελα να σας κουράσω άλλο. Περιμένω και δικές σας ιστορίες

Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου 2008

Ο ΚΟΡΔΟΜΠΕΗΣ

Δεν θα ξεχάσω ποτέ ένα κοντό και κάμπουρικο ανθρωπάκι που ζούσε στο χωρίο μας. Σίγουρα οι ποιο παλιοί θα το θυμούνται καλύτερα και ίσως θα έχουν να πουν πολλές ιστορίες γι αυτόν. Ήταν καλοκάγαθος και τα παιδιά του έκαναν αρκετές πλάκες.
Μια φορά είχε πάει, δεν ξέρω για ποιο λόγο, στο Αγρίδι και γυρίζοντας πέρασε από το μαγαζί του παππού μου λίγο ταραγμένος. Ο παππούς μου τον ρώτησε: γιατί είσαι έτσι; τι σου συμβαίνει; και αυτός απαντά: «Είχα πάει στο Αγρίδι και στον δρόμο μέχρι τον κούκο με πετροβολούσαν οι Αγριδιώτισσες νεράιδες και μετά οι πρασινίωτισσες». Προφανώς κάποια παιδιά από το Αγρίδι τον είχαν πάρει από πίσω και του πετούσαν πέτρες.

ΟΙ ΚΡΑΣΟΠΟΤΕΣ

Πάντα θα θυμάμαι στο μαγαζί του παππού μου την παρέα που από το πρωί μέχρι το βράδυ έπιναν τα κρασάκια τους και σηκώνονταν ακριβώς την στιγμή που καταλάβαιναν ότι με το ζόρι μπορούν να πάνε στα σπίτια τους. Ήταν ο Μάκης Ο Στραβό-Χαράλαμπος ο Καλοκαίρης ο γέρο-κάλιος και αρκετοί άλλοι που κατά καιρούς τους έκαναν παρέα, όπως ο Τορβάς κλπ. Θυμάμε του καθόμουν κοντά τους και άκουγα τις ιστορίες τους. Γυρνούσαν προς εμένα μονό όταν τελείωνε το κατοστάρι με το κρασί λέγοντας μου «μικρέ πιασε ακόμα ένα φρέσκο» και εγώ έτρεχα στο υπόγειο για να ξαναγεμίσω την κανάτα. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί κάθε φορά πήγαινα να γεμίσω μόνο ένα κατοστάρι κρασί, αφού αυτοί ήταν σίγουρο ότι θα έπιναν κιλά. Ο κάθε ένας από αυτούς συνόδευε το κρασί του και με κάτι διαφορετικό, Θα μου μένει αξέχαστο το τραγούδι που είχε βγάλει ο παππούς μου για αυτούς:
«Το φρέσκο του Χαράλαμπου η φρυγανιά του Μάκη Ο Καλοκαίρης στο κρασί θέλει το γαριδάκι»

Παρασκευή 5 Σεπτεμβρίου 2008

ΓΙΑ ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗΣ

Αν κάποιος επιθυμεί, είτε συχωριανός είτε όχι, να κάνει ανάρτηση νέας δημοσίευσης σε αυτό το blogg μπορεί να μου στείλει e-mai στο prasino@in.gr και εγώ θα του στείλω τους κωδικούς πρόσβασης
ευχαριστω